Στεφάνου για ποινικό δίκαιο στην Κύπρο: ‘Δεν έχει ασχοληθεί κανένας τα τελευταία 60 χρόνια. Ζητούμε από τον αστυνομικό να λάβει αποφάσεις σε χρόνο μηδέν’ -audio

0
1652

Είμαστε πολύ πίσω σε ό,τι αφορά τομείς του ποινικού δικαίου στην Κύπρο, σύμφωνα και με τα όσα ανέφερε σε ραδιοφωνική εκπομπή του ΡΙΚ, ο γνωστός ποινικολόγος Ηλίας Στεφάνου.

Μιλώντας την Παρασκευή (18/06) το πρωί στο «Πρωινό Δρομολόγιο» και στη δημοσιογράφο Ελένη Βρεττού, κλήθηκε να κάνει σχόλιο για ποινικές υποθέσεις που δεν έχουν διερευνηθεί σωστά (βλ. θάνατο Θανάση Νικολάου) και ανέφερε πως το ανακριτικό πλάνο που ακολουθείται στην Κύπρο είναι αυτό που διαμορφώθηκε επί Αγγλοκρατίας.

Τοποθέτηση Ηλία Στεφάνου για μη ποινική δίωξη των 15 μελών της Αστυνομίας: ‘Η κοινωνία απαιτεί πλήρη εξήγηση’ -audio

Ανέφερε πως χρειάζεται να ληφθεί πρωτοβουλία από τη Νομική Υπηρεσία, αλλά και πολιτικές αποφάσεις, προκειμένου να αλλάξει προς το καλύτερο η κατάσταση.

Τόνισε, ακόμη, ότι αστυνομικοί/ανακριτές χωρίς να έχουν σπουδές νομικής καλούνται σε χρόνο μηδέν να λάβουν νομικές αποφάσεις.

«Ο τρόπος ανάκρισης γενικότερα στην Κύπρο έχει σοβαρό πρόβλημα. Κι αυτό καταγράφεται σε δικαστικές αποφάσεις» είπε στην αρχική του τοποθέτηση, διευκρινίζοντας ότι «όταν λέω ‘τρόπος ανάκρισης’ δεν εννοώ μόνο την Αστυνομία. Εννοώ την ιατροδικαστική υπηρεσία, τη νομική υπηρεσία…».

Μιλώντας πιο συγκεκριμένα για την υπόθεση του Θανάση Νικολάου, είπε ότι «αν είναι κάτι που μπορεί να προσφέρει αυτή η εξέλιξη» αυτό είναι η εξέταση του ανακριτικού σταδίου που έχουμε στην Κύπρο και διαμορφώθηκε επί Αγγλοκρατίας.

Εξήγησε ότι το ανακριτικό στάδιο μιας οποιασδήποτε υπόθεσης, «έχει πρόβλημα, είτε συνεργασίας, είτε δυστοκίας». Συμπλήρωσε πως «είναι πολλά τα προβλήματα» και ότι «πρέπει να αλλάξει το σύστημα».

«Σε ό,τι αφορά την ποινική δικαιοσύνη, τα τελευταία 60 χρόνια κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί της, παρά μόνο όταν δούμε ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα, ότι κάποια ποινή δεν αρέσει στον κόσμο. Τότε αρχίζει η εξέγερση…» ήταν ακόμη μια χαρακτηριστική τοποθέτηση του κ. Ηλία Στεφάνου.

Μετά από ερώτηση της δημοσιογράφου Ελένης Βρεττού, ο κ. Στεφάνου διευκρίνισε ότι «το πρόβλημα ξεκινά από τη βάση. Είναι πολύ πιο αποτρεπτικό να ξέρει ο δράστης ότι υπάρχει μια ανακριτική ομάδα, ή η Αστυνομία ή οι δομές και οι οποίες μπορούν να εντοπίσουν αυτό που έκανε. Αυτό είναι πολύ πιο αποτρεπτικό από την οποιαδήποτε ποινή. Αυτό είναι επιστημονικά καταγεγραμμένο».

Και συνέχισε στο ίδιο μήκος κύματος: «Αυτό που καταδεικνύεται τα τελευταία χρόνια κι έχει περάσει στην κυπριακή κοινωνία, είναι ότι δεν έχουμε τέτοια Αστυνομία αξιόπιστη, η οποία να δημιουργεί ασφάλεια στον πολίτη. Ότι, δηλαδή, υπάρχει δυνατότητα πρόληψης εντοπισμού εγκληματία. Στηριζόμαστε όλοι στις ποινές των δικαστηρίων. Τα δικαστήρια αποφασίζουν εκ των υστέρων. Μπορούν να εντοπίζουν προβλήματα, αλλά δεν επιλύουν προβλήματα. Η επίλυση των προβλημάτων έχει να κάνει με αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώσουν τις δομές».

Έδωσε ακόμη ένα παράδειγμα για τις δυσκολίες που αφορούν μια ποινική υπόθεση: «Υπάρχει για παράδειγμα θέμα εξέτασης συγκεκριμένων ευρημάτων και μπορεί να απεργεί μια υπηρεσία που πρέπει να δώσει επιστημονική μαρτυρία για το αίμα. Και απεργεί. Και δεν ασχολούνται. Δεν έχει κανένας εγκύψει στα προβλήματα και μόνο εκ των υστέρων κρίνουμε».

Όταν ρωτήθηκε ποιος έχει την ευθύνη για να αλλάξει η κατάσταση, είπε: «Κατά βάση έχει καθήκον το Υπουργείο, η κυβέρνηση. Απλώς η νομική υπηρεσία, η οποία τα εντοπίζει και τα βλέπει, από τη στιγμή που λειτουργοί της εμφανίζονται ενώπιον δικαστηρίου και είναι αυτοί που έρχονται αντιμέτωποι με την κριτική είτε του δικαστηρίου είτε της υπεράσπισης, θα μπορούσε να κάνει εισήγηση».

«Διότι όπως και να ΄χει ο άρχων των ποινικών διώξεων είναι ο Γενικός Εισαγγελέας. Αυτό θέλει μια συνέργεια μεταξύ των δυο, δηλαδή του Υπουργείου και του Γενικού Εισαγγελέα, αντιλαμβανόμενοι τη δυστοκία και γενικότερα τα προβλήματα στο ανακριτικό έργο» είπε ο κ. Στεφάνου και συμπλήρωσε: «Υπάρχει σωρεία υποθέσεων στις οποίες υπήρχε ζήτημα στο ανακριτικό για να μην πω και στα εντάλματα έρευνας, τα οποία ακυρώνονται και υπήρχε ανάγκη παρέμβασης του Γενικού Εισαγγελέα».

Αφού πρώτα διατύπωσε τη θέση ότι είναι «πολλά τα προβλήματα» επεκτάθηκε και στη θέση των αστυνομικών που εξετάζουν ποινικές υποθέσεις: «Τα προβλήματα έχουν να κάνουν και με τον τρόπο λειτουργίας, έχει να κάνει και με τη συνεργασία των υπηρεσιών και με την καθοδήγηση των ανακριτών. Ζητούμε από τους αστυνομικούς, οι οποίοι δεν έχουν κανένα πτυχίο νομικής να λάβουν νομικές αποφάσεις. Σε χρόνο μηδέν, όταν πρέπει να εξιχνιάσουν μια σοβαρή υπόθεση, τους αφήνουμε μόνους τους να πρέπει να αποφασίσουν και μετά τους κατακρίνουμε. Δεν είναι μόνο ευθύνη των ανακριτών. Έχουν διαμορφωμένη αντίληψη που αυτό είναι και στη βιβλιογραφία αναγνωρισμένο. Θυμίζω αυτό που σας έχω πει, ότι η διαμορφωμένη άποψη εξ αρχής επηρεάζει τις ανακρίσεις».

Έκανε λόγο και για ευθυνοφοβία, κι επανέλαβε: «Θα πρέπει να καθοριστούν και δομές αλλά θα πρέπει να αλλάξουν και εσωτερικά ζητήματα».

Κατέληξε λέγοντας: «Γι΄ αυτό λέω ότι χρειάζεται μια επιτροπή ή εμπειρογνώμονες, οι οποίοι να δώσουν μια εισήγηση την οποία η κυβέρνηση να εφαρμόσει με πολιτική απόφαση. Έχουμε πολλούς πανεπιστημιακούς στην Κύπρο που μπορούν να βοηθήσουν. Σημασία έχει να υπάρχει πολιτική απόφαση».

Leave a Reply